Μέλι μελιτώματος

Μέλι πεύκου από τις ακτές της Χαλκιδικής.

Ως μελίτωμα ορίζεται ο σακχαρούχος χυμός που παράγεται από έντομα με στοματικά μόρια προσαρμοσμένα στην μύζηση και εισροή ρευστών τροφών. Οι τροφές αυτές προσλαμβάνονται κατ, ευθείαν από τα αγωγά στοιχεία του φυτού ξενιστή. Ο φυτικός χυμός εισέρχεται στο σώμα του εντόμου κατά κύριο λόγο παθητικά, εξ αιτίας της πίεσης που επικρατεί στο φυτό, είτε ενεργητικά σαν αποτέλεσμα απομύζησης. Στο πεπτικό σύστημα του εντόμου ο χυμός αναμιγνύεται με πεπτικά υγρά, πλούσια σε ένζυμα και μετά τη λειτουργία της πέψης, η ποσότητα που πλεονάζει αποβάλλεται από τα απεκκριτικά όργανα των εντόμων, µε την μορφή μικρών διάφανων σταγόνων, του μελιτώματος, τις οποίες συλλέγουν οι μέλισσες και µετατρέπουν σε μέλι.

Το μελίτωμα είναι η πλεονάζουσα ποσότητα του χυμού, την οποία το έντομο δεν χρησιμοποιεί. Δεν αποτελεί παραπροϊόν της διαδικασίας της πέψης και είναι πλουσιότερο σε θρεπτικά συστατικά από τον προσλαµβανόμενο φυτικό χυμό, διότι κατά τη διέλευσή από το σώµα του εντόμου εμπλουτίζεται με διάφορες βιταμίνες και άλλες ουσίες.
Όσον αφορά στη χημική σύσταση του µελιτώματος, τα ζάχαρα αποτελούν το 90-95 % της ξηράς ουσίας των µελιτωμάτων. Τα συνηθέστερα είναι η σουκρόζη, η γλυκόζη, η φρουκτόζη, η μαλτόζη, η τρεχαλόζη, η µελιζιτόζη, η φρουκτομαλτόζη, (ερλόζη), η ραφινόζη, η μελιβιόζη, η μανόζη, η ραμνόζη κ.ά. Εκτός από τα ζάχαρα το μελίτωμα με το πέρασμά του από το σώμα του εντόμου εμπλουτίζεται με βιταµίνες, αζωτούχες ουσίες, πρωτεΐνες και αμινοξέα, σε συγκεντρώσεις μεγαλύτερες αυτών που περιέχονται στο νέκταρ. Μάλιστα τα αμινοξέα του μελιτώματος χαρακτηρίζουν το φυτό στο οποίο το έντομο τρέφεται και φυσικά παρουσιάζουν εποχιακές διακυμάνσεις, που οφείλονται στην διαφορετική περιεκτικότητα του φυτικού χυμού στην διάρκεια του έτους.